Του Κώστα Κατσουλάρη http://www.bookpress.gr
«Ένα βιβλίο, ένα καλό βιβλίο, ποτέ δεν γράφεται από έναν μόνο άνθρωπο. Χρειάζεται πάντα ένα ζωντανό αντηχείο για να κανονίζεις, σύμφωνα με τις αντιδράσεις του, την πορεία σου».
Τα λόγια αυτά του Στρατή Τσίρκα αντηχούν ακόμη σαν παράξενος χρησμός.
Μα δεν είναι το γράψιμο μοναχική υπόθεση; Δεν είμαστε, οι συγγραφείς, απομονωμένοι απέναντι στη λευκή σελίδα, με τα φαντάσματά μας, τις φαντασιώσεις μας, τις εμμονές μας; Η φωνή, η περίφημη προσωπική φωνή τού καθενός από εμάς, μπορεί ποτέ να είναι συγκερασμός, συμψηφισμός, σύνθεση πολλών άλλων φωνών;
Τέτοια κι άλλα ερωτήματα έρχονται κι επανέρχονται μέσα μου, κι όσο περνούν τα χρόνια, όσο περισσότερο συνειδητοποιώ τι πραγματικά σημαίνει να μετέχεις σε μια παράδοση, σε ένα συνεχές που υπήρξε πριν από εσένα και που, πιθανότατα, θα υπάρχει και μετά από εσένα, κάποιες απαντήσεις αρχίζουν να σκιαγραφούνται.
Τι εννοώ ωστόσο όταν ισχυρίζομαι ότι μετέχω σε μια παράδοση; Τι προσδιορίζει τη σχέση μου με αυτή, και όχι με άλλες παραδόσεις; Είναι άραγε η γλώσσα ο παράγοντας-κλειδί, ή μήπως η Ιστορία και ο πολιτισμικός περίγυρος παίζουν καθοριστικότερο ρόλο; Είναι το σύνολο των λογοτεχνικών και των λοιπών έργων τέχνης που γεννήθηκαν στον τόπο μου μια παρακαταθήκη με την οποία οφείλω να «συνομιλήσω»; Και τι γίνεται με τα έργα του ευρύτερου πολιτισμικού πλαισίου, του ευρωπαϊκού για παράδειγμα, στον απόηχο των οποίων δημιουργήθηκαν πολλά από τα έργα αναφοράς της «δικής μου» παράδοσης; Και οι άλλες αφηγηματικές τέχνες; Ο κινηματογράφος, τα κόμικς; Οφείλουν και αυτά να ομιλούν ελληνικά;
Αν κάτι χαρακτήρισε τον εικοστό αιώνα στο λογοτεχνικό πεδίο, περισσότερο κι από τις τεράστιες τομές στο εσωτερικό του, ήταν η μαζική εξάπλωση της μετάφρασης ως ζωντανής συνομιλίας ανάμεσα σε επιμέρους παραδόσεις. Η μετάφραση των μεγάλων έργων της ευρωπαϊκής –κυρίως– λογοτεχνικής παράδοσης, που αποτέλεσε μέρος του ευρύτερου «προγράμματος» της γενιάς του ΄30, και που συνεχίστηκε με όλο και εντεινόμενους ρυθμούς στις δεκαετίες που ακολούθησαν –φτάνοντας στη σημερινή πλημμυρίδα–, μετέβαλε οριστικά και αμετάκλητα το σώμα των κειμένων που θεωρούνταν έως τότε «παράδοση», καθώς και την ίδια την έννοια καθεαυτήν.
Σήμερα, στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, το λογοτεχνικό σώμα και το ευρύτερο πολιτισμικό αντηχείο με το οποίο συνδιαλέγεται ο συγγραφέας που γράφει στην ελληνική έχει ενσωματώσει και άλλες παραδόσεις, εκτός της ευρωπαϊκής ή της βορειοαμερικανικής. Η λογοτεχνία της Βόρειας Αφρικής, της Μέσης ή της Άπω Ανατολής, της Κίνας, και φυσικά η λογοτεχνία της Νοτίου Αμερικής, συμπλέκονται με τη λογοτεχνία που έχει γραφτεί στα ελληνικά, δημιουργώντας μια αδιανόητη μέχρι πρότινος δεξαμενή κειμένων. Ποιος μπορεί άραγε να ψέξει κάποιον που επιλέγει τον Μπόρχες ως δική του «παράδοση» και όχι τον Βιζυηνό; Επιλέγουμε άραγε τους λογοτεχνικούς προγόνους μας ή έρχονται και μας βρίσκουν μέσα από τους πιο παράξενους και ανοίκειους δρόμους;
Με ποιους συνομιλώ; Με τι συνομιλώ; Τι σημαίνει στις μέρες μας «συνομιλώ»; Ειδικότερα από τη δεκαετία του ΄90 και μετά, με την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και του Διαδικτύου, ο κόσμος στον οποίο ζούμε και από τον οποίο δεχόμαστε μηνύματα και ερεθίσματα έχει επεκταθεί τόσο ώστε ακόμη και η έννοια της εντοπιότητας τείνει να γίνει προβληματική. Έχουμε μπει σε μια καινούργια εποχή, στην οποία το name dropping συγγραφέων και ποιητών δεν επαρκεί για να ορίσει το περίπλοκο πεδίο μέσα στο οποίο εμπνέεται, εργάζεται και δημιουργεί ο σύγχρονος πολυδιάστατος συγγραφέας. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, «τα καλά βιβλία δεν γράφονται από έναν μονάχα άνθρωπο». Και βέβαια, το αντηχείο δεν μπορεί να είναι το ασφυκτικό πλαίσιο κάποιας περίκλειστης κοινότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου